I Yiannoulis Chalepas


Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011          ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ                                                  

ΕΓΩ Ο ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ ΧΑΛΕΠΑΣ

Σκηνοθεσία: Στέλλα Αρκέντη

Πρωταγωνιστούν: Ιωάννα Γκαβάκου, Τάκης Βογόπουλος, Μαρίνα Κορέλη, Ζαχαρίας Φιλιππότης, Θανάσης Παπαθανασίου

Δύο είναι κατα τη γνώμη μου, οι Έλληνες καλλιτέχνες που αφιέρωσαν ζωή και έργο στη μορφοποίηση του χάους, την ανάδυση του πνεύματος από την ύλη. Ο Νίκος καζαντζάκης και ο Γιαννούλης Χαλεπάς. Η περίπτωση του Χαλεπά όμως παρουσιάζει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον καθώς από ένα σημείο και μετά ήταν αναγκασμένος  να αντιμετωπίσει και τους πρωσοπικούς του "δαίμονες". Η Στέλλα Αρκέντη φαίνεται ότι έχει εντρυφήσει για τα καλά στο φαινόμενο Χαλεπάς, και αυτό πηγάζει αβίαστα από την ταινία της. Πρόκειται για μια πλήρη αναπαράσταση του βίου και της πολιτείας του μεγάλου καλυτέχνη, από τα παιδικά του χρόνια έως την τελευταία περίοδο της ζωής του. Ο αγώνας του καλλιτέχνη να εμφυσήσει ζωή στα δημιουργήματά του, οι θυσίες του για την τέχνη, το μυστήριο της δημιουργίας, το πάθος για νέες πρωτοποριακές μορφές αλλά και οι σχέσεις με τον περίγυρο, όλα καταγράφονται πειστικότατα και χωρίς ίχνος εξιδανίκευσης από την Αρκέντη, η οποία, εκτώς των άλλων, κατάφερε να ισοροπήσει με τον καλύτερο τρόπο τον ρεαλισμό, τον λυρισμό και την ποίηση. Η ζωή του ανθρώπου που έγινε ολοκαύτωμα για την τέχνη του δεν πρόκειται να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο, και αυτό ουσιαστικά είναι το μεγάλο ηθικό κέρδος που θα εισπράξουν όλοι οι συντελεστές της ταινίας. Μηδενός εξαιρουμένου.



Πέμπτη 17 Φλεβάρη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣΣελίδα 30
ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ

ΣΤΕΛΛΑ ΑΡΚΕΝΤΗ

Εγώ ο Γιαννούλης Χαλεπάς


Η ταινία της Στέλλας Αρκέντη για τον γλύπτη Γιαννούλη Χαλεπά είναι η πρακτική απόδειξη ότι η Τέχνη είναι μία και αδιαίρετη παρά τις εφτά εκφράσεις της. Διέπεται, μάλιστα, από τις τρεις παραμέτρους που διαπερνούν όλες τις τέχνες και τις ενώνουν στο ένα και αδιαίρετο αισθητικό γεγονός: Τη μουσικότητα, τη γραφικότητα και την ποιητικότητα. Πυκνή, πολυμορφική και σύνθετη η προσέγγιση στο έργο, στη ζωή και την αρρώστια του Χαλεπά, στη σχέση με την μητέρα του, στη φιλοσοφία του για τη δημιουργία και τον δημιουργό. Αποδραματοποιημένος και αυστηρός ο λόγος.

Η ταινία είναι ακέραια και άκρως προσεγμένη στην παραμικρή της λεπτομέρεια. Τίποτα εκεί μέσα δε βρίσκεται αυθαίρετα ή στην τύχη. «Δούλευα το σενάριο για δυο χρόνια, δέκα ώρες τη μέρα σε απόλυτη απομόνωση», λέει η σκηνοθέτης, κάτι που γίνεται αμέσως αντιληπτό. Φαίνεται ότι η αναγκαιότητα της πολυεδρικής αντιμετώπισης του θέματος καθοδήγησε και επέβαλε τις στιλιστικές και αισθητικές επιλογές της Αρκέντη. Και η κινηματογραφική προσωπογραφία ενός σπουδαίου γλύπτη δε θα μπορούσε να μη διέπεται από πλαστικότητα πρωτίστως...

«Απαλλάχθηκα από την φύση, απελευθερώθηκα από την θύμισή της κι έτσι μπορώ να αναπλάθω την τέχνη με τους κανόνες μου, την πείρα μου και τον στοχασμό μου», αναφέρει ο Χαλεπάς. Ο γλύπτης σε διάφορες ηλικίες - παιδί, νέος, μεγάλος - και η μητέρα του, είναι τα αγκωνάρια της δραματουργικής σύνθεσης στα οποία στηρίχθηκε κύρια η μυθοπλασία. Με αφήγηση σε πρώτο πρόσωπο, μέσα από τον κατακερματισμό της γραμμικότητας του χρόνου αφ' ενός, και ταυτόχρονα της σύμπτυξής του, μέσα από διπλοτυπίες, ακόμη και τριπλοτυπίες. Τα πάντα, στην καθόλου μονότονη και περιέργως απαστράπτουσα γκάμα του γκρίζου, με επίστρωση σέπιας κι ενίοτε χρώματος, ψυχρού και σκοτεινού όπως στα εξωτερικά πλάνα στο νησί, στην κηδεία ή την περιπλάνηση του ήρωα στα χωματένια μονοπάτια. Τα πλάνα σβήνουν με φοντί, ως επί το πλείστον.

Ο κινηματογράφος, η πιο σύνθετη των τεχνών εκείνη του χωροχρόνου - του χρόνου σε ό,τι αφορά το αφηγηματικό και του χώρου σε ό,τι αφορά το εικαστικό μέρος - έχει πρώτου βαθμού συγγένεια και με το θέατρο. Η ταινία της Αρκέντη διέπεται από εντονότατη θεατρικότητα σε στοιχεία και συμβάσεις, η οποία, όμως, όχι μόνο ενσωματώνεται, αλλά αφομοιώνεται σε ένα κινηματογραφικότατο αποτέλεσμα. Η κάμερα ρέει κι όταν είναι σταθερή, στο εργαστήρι του Χαλεπά στριφογυρίζει αργά σαν να φοβάται μη σπάσει κάποιο πρόπλασμα, αγγίζει τις επιφάνειες, χαϊδεύει τα σχήματα, επιτείνει την πλαστικότητα της εικόνας. Εκπληκτική η σεκάνς με τις δύο καθήμενες φιγούρες, δίπλα δίπλα αλλά μακριά, ο Χαλεπάς σε μεγάλη ηλικία και η μητέρα του να αφηγούνται. Εκκωφαντική η παρουσία της αφαίρεσης, η προσπάθεια να παραμεριστεί οτιδήποτε περίσσιο για να φθάσει κανείς κατευθείαν στην ουσία. Μνεία ιδιαίτερη στη μουσική και στον τρόπο που η Αρκέντη την εντάσσει οργανικά στην αφήγηση. Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ στους ηθοποιούς. Στον Θανάση Παπαθανασίου και την Ιωάννα Γκαβάκου, η οποία στιγμές στιγμές αγγίζει σημεία ύψιστης, απόλυτης και σπάνιας ερμηνείας, με όπλο σημαντικό τις βραχνές, χαμηλές οκτάβες στην τοποθέτηση της φωνής ...

Παίζουν: Ιωάννα Γκαβάκου, Τάκης Βογόπουλος, Μαρίνα Κορέλλη, Θανάσης Παπαθανασίου - Βαγενάς, κ.ά.

Παραγωγή: Ελλάδα (2010).

 

Ελεύθερος Τύπος Τετάρτη 9 Φεβρουαρίου 2011 


ATHENS MAGAZIN

Η ταινία περιγράφει την μαρτυρική ζωή του Γιαννούλη Χαλεπά στην προσπάθεια του να ανακαλύψει νέες μορφές έκφρασης και να αποδώσει με δικές του πλαστικές τεχνοτροπίες την νέα εποχή. Στην ταινία  καθρεφτίζεται ο αγώνας του καλλιτέχνη που επιζητά να δώσει ψυχή στο πηλό και για τον σκοπό αυτό θυσιάζεται ο ίδιος.

Μπήκε στα Τάρταρα της γης για να ξεχάσει όσο ήξερε...

Και να μάθει τα άλλα - αυτά τα μυστήρια Της Θείας Θελήσεως...

Να μάθει πως η ύλη γίνεται πνεύμα...

Και γύρισε στον κόσμο μας για να μας φανερώσει την Θεία Αρμονία.

Σημείωμα σκηνοθέτη

H προσωπικότητα του Γιαννούλη Χαλεπά και κυρίως η αγάπη και η αφοσίωσή του στην τέχνη με παρακίνησαν να γυρίσω αυτήν την ταινία.  Μελετώντας το έργο του πολλά στοιχεία της δικής μου καλλιτεχνικής αναζήτησης βρήκαν διέξοδο έκφρασης.

Ο Χαλεπάς με έμαθε πολλά, και συνέβαλε στο να ολοκληρωθεί το καλλιτεχνικό ύφος μου. Όπως λέει ο Γκαίτε "γυρνώ στον εαυτό μου και ανακαλύπτω έναν ολόκληρο κόσμο"

Η ταινία μιλάει για τον αγώνα του Χαλεπά να ανακαλύψει το δικό του ύφος και ταυτόχρονα για το πως η ελληνική τέχνη μπορεί να παραμείνει κλασσική και ταυτόχρονα σύγχρονη. Θεωρώ ότι η ταινία είναι αυτοβιογραφική στο βαθμό που κάθε δημιουργός αναζητά το ωραίο και το αληθινό.

Δούλεψα το σενάριο της ταινίας δύο χρόνια, δέκα ώρες την ημέρα σε μεγάλη απομόνωση. Μελέτησα τον βίο και του έργο του μεγάλου αυτού δημιουργού παράλληλα με τα χαρακτηριστικά της ελληνικής δημιουργίας-τέχνης.

Καρπός αυτής της εργασίας είναι η συγκεκριμένη ταινία και μεταξύ των άλλων η απόφασή μου να αφοσιωθώ στην δημιουργία ταινιών με πορτραίτα δημιουργών. Όχι μόνο δεν κουράστηκα αλλά ομολογώ ότι πέρασα την πιο δημιουργική περίοδο στην ζωή μου.

 

Στο έργο περιγράφεται ο αγώνας του Χαλεπά να ξεφύγει από τον Βαυαρικό κλασικισμό προς μια προσωπική δημιουργία. Η ανάγκη να αφομοιώσει την Αρχαία Ελληνική τέχνη παράλληλα με την Βυζαντινή τεχνοτροπία γίνεται ένας αγώνας τιτάνιος να αποδώσει ήθος και ύφος ελληνικό και ταυτόχρονα σύγχρονο.

Η ταινία παρουσιάζει τον αγώνα αυτόν. Οι διάλογοι είναι σχεδόν όλοι λόγια του ίδιου του δημιουργού. Η αφήγηση στηρίζεται πάνω στους ίδιους τους μύθους που απασχόλησαν τον ίδιο τον γλύπτη και έγιναν σημαντικοί σταθμοί στην ζωή του. Το ύφος της ταινίας ακολουθεί την ελληνική αυτή γραμμή, δωρική στην παρουσίαση, αργή στον ρυθμό σαν ένα κράτημα του Κουκουζέλη που μας εγκλωβίζει στον ψυχικό κόσμο του μεγάλου δημιουργού και μας αφήνει να απολαύσουμε το μεγαλείο του μεγάλου γλύπτη.

 


22. Δεκεμβρίου 2010                                                                                                                                   

Ένα αριστούργημα για τον Χαλεπά στο 51ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

του Γιώργου Πισσαλίδη


Μία μόνο ελληνική ταινία μυθοπλασίας μας εντυπωσίασε στο 51ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης: το «Εγώ, ο Γιαννούλης Χαλεπάς» της Στέλλας Αρκέντη. Πρόκειται για ένα πνευματικό αριστούργημα για τον «Φειδία της σύγχρονης εποχής», που συνδυάζει με εκπληκτικό τρόπο το Βυζάντιο και την Αρχαιότητα.

Λίγα λόγια για το έργο του Χαλεπά

Ο Γιαννούλης Χαλεπάς γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου 1851 στο Πάνορμο Πύργου της Τήνου. Ο πατέρας του και ο θείος του ήταν μαρμαρογλύπτες και είχαν μια επιχείρηση που είχε υποκαταστήματα στην Σμύρνη, το Βουκουρέστι και τον Πειραιά. Ως πρωτότοκο, ο πατέρας του τον προόριζε για έμπορο. Όμως η επιμονή και το ταλέντο του Γιαννούλη έπεισαν τον πατέρα του να τον στείλει το 1869 να σπουδάσει στο Σχολείο των Τεχνών (την μετέπειτα Σχολή Καλών Τεχνών) στην Αθήνα, δίπλα στον γνωστό γλύπτη Λεωνίδα Δρώση.

Αποσπώντας τον θαυμασμό όλων κερδίζει την υποτροφία του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου για την Σχολή Καλών Τεχνών του Μονάχου (1873-1876), όπου έχει για δάσκαλο τον Μαξ Βίντμαν. Το 1874 βραβεύεται στον διαγωνισμό της Ακαδημίας με τα έργα του «Το παραμύθι της Πανέμορφης» και το έργο του «Σάτυρος που παίζει με τον Έρωτα».

Με την διακοπή της υποτροφίας του το 1875, επιστρέφει στην Αθήνα και ανοίγει δικό του εργαστήριο. Δουλεύει πυρετωδώς και φτιάχνει ανάμεσα σε άλλα, την διάσημη «Κοιμωμένη» του 1878, ταφικό έργο για την Σοφία Αφεντάκη στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Την ίδια χρονιά εμφανίζονται τα πρώτα συμπτώματα της ψυχασθένειας του. Αρχίζει να σπάει χωρίς λόγο τα έργα του και αποπειράται να αυτοκτονήσει. Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτή οφειλόταν στην τελειομανία του, την υπερκόπωση και τον άτυχο έρωτα του για την 18χρονη συμπατριώτισσα του, Μαριγώ Χριστοπούλου. Εκείνη όμως την εποχή με την ψυχολογία σε νηπιακο στάδιο δεν θα μπορούσαν να το φανταστούν. Η κατάσταση του πήγαινε από το κακό στο χειρότερο και τον Ιούλιο του 1888 κλείνεται, παρόλη την αντίθεση της μάνας του, στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας. Είναι η ίδια χρονιά, που άλλοι δύο διάσημοι, ο Βίνσεντ Βαν Γκόγκ και ο Φρειδερίκος Νίτσε, περνούν το κατώφλι της τρέλας.

Για 13 χρόνια ο Χαλεπάς μένει έγκλειστος και όταν βγαίνει από το ψυχιατρείο, ο πατέρας του έχει πεθάνει. Έτσι μπαίνει υπό την επιτήρηση της μάνας του που πίστευε ότι η Τέχνη τον κατέστρεψε. Μόνο το 1916 μετά τον θάνατο της μητέρας του θα επιστρέψει στον κόσμο της δημιουργίας και θα δημιουργήσει μέχρι τον θάνατο του (1938) έργα ανώτερα από αυτά της πρώτης περιόδου.

Σήμερα ο Γιαννούλης Χαλεπάς θεωρείται ότι συνδύαζε ως καλλιτέχνης, «την πανελληνικότητα του Παλαμά, την ποιητική αποσπασματικότητα και την δραματικότητα του Σολωμού, το ήθος του Παπαδιαμάντη και την τραγικότητα της ζωής του Βιζυηνού».

Διεισδύοντας στα μυστικά της Δημιουργίας

Πως όμως αντιμετώπισε η Στέλλα Αρκέντη το έργο και τη ζωή του Χαλεπά; Κατ’ αρχήν όπως έχει δηλώσει μελέτησε επί χρόνια το έργο του Χαλεπά, τις βιογραφίες του, αλλά και κάθε τι που θα μπορούσε να την εμπνεύσει στο έργο του. Αυτή την περίοδο την θεωρεί την «πιο δημιουργική περίοδο της ζωής της». Και βασικά ο Χαλεπάς την βοήθησε να καταλάβει την συνέχεια Αρχαιότητας και Βυζαντίου.

Αποτέλεσμα ένα έργο που αποπνέει Ελλάδα, αλλά χωρίς να έχει την κλασσική γραμμική αφήγηση του El Greco του Γιάννη Σμαραγδή. Εξ’ άλλου όπως δήλωσε η Στέλλα Αρκέντη η Βυζαντινή ζωγραφική, την οποία έχει μελετήσει και την έχει εμπνεύσει δεν έχει την προοπτική που έχει η Δυτική ζωγραφική.

Στην πρώτη σκηνή του έργου, ο Γιαννούλης Χαλεπάς (πολύ καλός ο Θανάσης Παπαθανασίου) δηλώνει δημιουργώντας «Η απάντηση στο ερώτημα της Σφίγγας ήταν άνθρωπος. Ο Οιδίποδας ήταν σίγουρος για τον εαυτό του». Και κάπου αλλού: «Ο πηλός μου πρέπει να πάρει ψυχή. Μόνο έτσι η Δημιουργία θα αναγεννηθεί και θα μείνει άφθαρτη. Αυτός πρέπει να είναι ο σκοπός της ζωής μου». Έχουμε λοιπόν από την αρχή ένα στοχασμό πάνω στην φύση και τον σκοπό του καλλιτέχνη. Αρχίζει έτσι μία πορεία του καλλιτέχνη προς τα «αθέατα μυστικά της ύπαρξης» και μία «διείσδυση στα μυστικά της Δημιουργίας». Μία πορεία όπου ο καλλιτέχνης θα δημιουργεί με τους «δικούς του πλαστικούς του κανόνες και όχι τους καθιερωμένους» και μακριά από την μίμηση της Φύσης.

Αυτό γίνεται μέσα από βατές, αποσπασματικές σκηνές με μονόλογους ηθοποιών προς την κάμερα, συνεντεύξεις του Γιαννούλη σε μία δημοσιογράφου εκτός κάδρου και με χρήση κειμένων από την πνευματική Παράδοση της Ελλάδος. Η παράλληλη χρήση Ορφικών ύμνων και αποσπασμάτων του Ευαγγελίου είναι συγκλονιστική που μαζί με τα αρχαία θέματα της γλυπτικής του Χαλεπά δείχνει την πνευματική συνέχεια του ελληνισμού από τους αρχαίους Θεούς στους μάρτυρες της Εκκλησίας. Κλασσικό παράδειγμα όταν η δημοσιογράφος τον ρωτά για την σχέση Μέγα Αλέξανδρου και Αγίας Βαρβάρας απαντά: «Είναι η δύναμη που στηρίζει το μαρτύριο». Και για τους σύγχρονους δηλώνει: «Νομίζω ότι επιστρέφουν στους αρχαίους».

Να πούμε ότι η Αρκέντη δεν δέχεται τον Χαλεπά ως τρελό, αλλά απλώς ως καλλιτέχνη περισσότερο ευαίσθητο και ιδιοφυή. Ο τρόπος που χρησιμοποιεί τον Τάσο Βογόπουλο ως νεαρό Χαλεπά και η εφιαλτική ηλεκτρονική ατονική μουσική της Σωτηρίας Αδάμ δίνουν συγκλονιστικά την πορεία προς την τρέλα.

Επίσης θεωρεί κομβικό πρόσωπο στην προσωπική τραγωδία και την τρέλα του Χαλεπά την μητέρα του. Δεν είναι σύμπτωση η χρησιμοποίηση της ηθοποιού που υποδύεται την μάνα του Χαλεπά (Ιωάννα Γκαβάκου) στην Μήδεια του Ευριπίδη. Μία Μήδεια που σκοτώνει τα παιδιά της για να «τους χαρίσει την αθανασία» και που καταλήγει αλληγορία για την σχέση της Ελλάδος και των παιδιών της.

Από την άλλη, υπάρχει μία φαουστική χροιά στην ιστορία, από την στιγμή που ο καλλιτέχνης προσπαθεί να διεισδύσει στα άδυτα της Δημιουργίας, αλλά τελικά τρελαίνεται. Στο τέλος όμως αρνείται αυτήν την ιδιότητα και δηλώνει ότι καθήκον του καλλιτέχνη είναι να κατανοήσει το πλάνο του Θεού και να το βοηθήσει.

Προσωπικά το «Εγώ, ο Γιαννούλης Χαλεπάς» μας θύμισε το «Χρώμα του Ρόδου» του Παρατζάνωφ και πιστεύουμε ότι έχουμε για πρώτη φορά μία πνευματική ταινία βασισμένη στις πνευματικές ρίζες του Ελληνισμού σε μία περίοδο που αυτές πολεμούνται από το καλλιτεχνικό κατεστημένο.

 

Σε κλειστό κύκλο (Τήνιοι, συνεργάτες της σκηνοθέτιδος, άνθρωποι των γραμμάτων) πραγματοποιήθηκε πριν από λίγες ημέρες στο «Τριανόν» η πρώτη προβολή της ταινίας μεγάλου μήκους μυθοπλασίας με τίτλο: «Εγώ, ο Γιαννούλης Χαλεπάς». 

πως τονίζει η σκηνοθέτης Στέλλα Αρκέντη «η αντιμετώπιση ήταν συγκινητική, αφού υπήρξαν καλλιτέχνες που μας συνεχάρησαν δακρυσμένοι. Αρκετός κόσμος ήρθε να μας συγχαρεί και να μας εμψυχώσει. Ολων η απαίτηση, ειδημόνων και μη, ήταν να τη στείλουμε σε ξένα φεστιβάλ». Οσο για τους συντελεστές της: ηθοποιοί, Ιωάννα Γκαβάκου, Τάκης Βογόπουλος, Μαρίνα Κορέλη, Ζαχαρίας Φιλιππότης και Θανάσης Παπαθανασίου. Διεύθυνση Παραγωγής: Κική Φιλιππότη. Γλυπτά-Σκηνικά-Κοστούμια: Δημήτρης Σκαλκώτος. Φωτογραφία: Αντώνης Παναγιωτόπουλος, Γιάννης Λασκαρής, Νεκτάριος Σουλδάτος, Στέλλα Αρκέντη. Μουσική-Ηχητικός Σχεδιασμός: Σωτηρία Αδάμ.

ATHENS VOICE 2 IOYNIOY 2010                                                                               
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΦΥΣΣΑΣ

«Εγώ, ο Γιαννούλης Χαλεπάς»

Είδα, σε ιδιωτική προβολή, την ταινία αυτή της κ. Στέλλας Αρκέντη. Είναι ένα αξιοσημείωτο φιλμ, όπου κατά τη γνώμη μου ξεχωρίζουν οι φωτισμοί (ένα μείγμα από Καραβάτζο και Μουρνάου), οι δύο ηθοποιοί που παίζουν τον Χαλεπά νέο και μεγάλο, τα υποβλητικά σχιστολιθικά τοπία της Τήνου, καθώς και η αγάπη με την οποία κινηματογραφούνται τα σημαντικότερα γλυπτά και προπλάσματα του μεγάλου δημιουργού. Κρατήστε τον τίτλο στη μνήμη σας, για όταν η ταινία παιχτεί στα φεστιβάλ και στις αίθουσες.  

 

This free website was made using Yola.

No HTML skills required. Build your website in minutes.

Go to www.yola.com and sign up today!

Make a free website with Yola